Ζεν

Ζεν
Μία από τις πολυάριθμες βουδιστικές αιρέσεις, που στηρίζεται στην πεποίθηση ότι η αυτοσυγκέντρωση αποτελεί τη βασική πηγή του εσωτερικού φωτισμού. Πρόκειται για ιαπωνική λέξη, που προέρχεται από την κινεζική τσαν, που με τη σειρά της προέρχεται από τη σανσκριτική ντιάνα και σημαίνει αυτοσυγκέντρωσηδιαλογισμός που οδηγεί σε ενόραση. Η μυθολογική παράδοση ανάγει την προέλευση του δόγματος του Ζ. στον ίδιο τον ιδρυτή του Βουδισμού, τον Γκαουτάμα Βούδα. Λέγεται σχετικά ότι μια μέρα που το πλήθος είχε συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει το ιερό του κήρυγμα, εκείνος αντί να τους μιλήσει τους έδειξε ένα λουλούδι και παρέμεινε σιωπηλός. Τότε, όλοι οι μαθητές του απόρησαν, εκτός από τον Μαχακασιάπα, που χαμογελώντας έσπευσε να τους αποκαλύψει το κρυφό νόημα της παράξενης χειρονομίας του δασκάλου: ότι δηλαδή η κατάσταση του φωτισμού δεν μεταδίδεται με τον λόγο, αλλά με την άμεση και μυστική επικοινωνία του δικού του πνεύματος με το πνεύμα των οπαδών του. Σύμφωνα με το Ζ. η απόκτηση του φωτισμού προϋποθέτει την ολοκληρωτική βύθιση του ατόμου στα ενδόμυχα της ύπαρξής του, η οποία συνιστά αδιάσπαστο κομμάτι του κόσμου που την περιβάλλει. Η απόλυτη γνώση του εαυτού του ταυτίζεται έτσι με την ουσία της πνευματικής πραγματικότητας και ανταποκρίνεται στην κυρίαρχη αλήθεια του φαινομένου της ζωής. Ο άνθρωπος και τα άπειρα στοιχεία που συνθέτουν τον κόσμο του απαρτίζουν μια αδιαίρετη ολότητα και γι’ αυτό ακόμα και ένα μόνο λουλούδι συμπυκνώνει το μυστήριο που ρυθμοδοτεί την αρμονία ολόκληρου του σύμπαντος. Η αδυναμία του ανθρώπου να εμβαθύνει στις πιο καθημερινές πτυχές της πραγματικότητας ή να κατανοήσει την αιτία των πιο συνηθισμένων γεγονότων της ανθρώπινης ζωής δηλώνει ταυτόχρονα και αδυναμία να αδράξει τη θεμελιώδη αλήθεια της ύπαρξης. Απαραίτητο όργανο για τη σύλληψη της στοιχειώδους ενοποιητικής αρχής της κοσμικής πραγματικότητας είναι η καθαρή ενόραση ή διαίσθηση, που εξασφαλίζει την υπέρβαση της πολικής αντίθεσης υποκειμένου και αντικειμένου και ελευθερώνει τη συνείδηση από τα δεσμά των λογικών-εννοιολογικών διακρίσεων και κατηγοριών. Έτσι, στο πλαίσιο της φιλοσοφικής θεώρησης που χαρακτηρίζει το Ζ., το πρωταρχικό ηθικό αίτημα του προσώπου συνίσταται στην ενεργοποίηση της διαλογιστικής του ικανότητας και στη στοχαστική αναζήτηση της βαθύτερης αλήθειας του εαυτού του που συστοιχεί με την καθολική αλήθεια του σύμπαντος. Σύμφωνα με την παράδοση, το Ζ. διέδωσε στην Κίνα ο Ινδός μοναχός Βοντχιντχάρμα, το 520. Ωστόσο, ορισμένοι μελετητές ισχυρίζονται ότι το Ζ. προήλθε από τη συνάντηση της ινδικής βουδιστικής σκέψης με τον κινεζικό ταοϊσμό και ότι αποτελεί επομένως ιθαγενές προϊόν της κινεζικής θρησκευτικής και φιλοσοφικής παράδοσης. Πάντως, θεωρείται βέβαιο ότι το κινεζικό Ζ. (δηλαδή Τσαν) διατηρήθηκε έως τις μέρες του έκτου πατριάρχη Χουί νεγκ (637-713), οπότε διακλαδώθηκε σε πέντε επιμέρους σχολές. Οι πιο σημαντικές από αυτές ήταν οι σχολές του Ρινζάι και του Σότο, που άσκησαν, από τον 12o αι., έντονη επίδραση στην Ιαπωνία, όπου και συνεχίζουν να επιβιώνουν έως σήμερα. Το χαρακτηριστικό φιλοσοφικό γνώρισμα της Σότο αφορά την επίτευξη του φωτισμού (σατόρι) με τον απαθή διαλογισμό, χωρίς την παρέμβαση της συνειδητής επιδίωξης κάποιου σκοπού. Από την άλλη πλευρά, η κυριότερη ιδιοτυπία της Ρινζάν εξαρτάται από την τεχνική του κοάν, σύμφωνα με την οποία ο μαθητής προσηλώνει τον διαλογισμό του στα κοάν, δηλαδή στα προβλήματα που του θέτει ο δάσκαλος του Z., και επιχειρεί να τα αντιμετωπίσει βρίσκοντας τις απαντήσεις που ταιριάζουν σε αυτά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ζεν-πρεμιέ — ηθοποιός κατάλληλος να παίζει ρόλους γοητευτικού νέου άνδρα, συνήθως εραστή. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. jeune premier] …   Dictionary of Greek

  • Λε Ζεν, Κλοντ ή Κλοντέν — (Claude Le Jeune, Βαλανσιέν 1528 – Παρίσι 1600). Γάλλος μουσικοσυνθέτης. Το 1550 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου τέθηκε επικεφαλής της χορωδίας του Φραγκίσκου, δούκα του Ανζού και αδελφού του Ερρίκου Γ’, και συνεργάστηκε στην Ακαδημία Ποίησης και… …   Dictionary of Greek

  • Σουν Τσζιάο-ζεν — Κινέζος επαναστάτης (1882 1913). Ίδρυσε το 1904 μαζί με το Χουάν Σιν την επαναστατική οργάνωση Χουανσιχόι και τον επόμενο χρόνο εντάχθηκε στην επαναστατική οργάνωση Τουμενχόι, της οποίας αναδείχτηκε διακεκριμένο στέλεχος. Το 1911 μπήκε επικεφαλής …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • κομφουκιανισμός — Πολιτικό, φιλοσοφικό και θρησκευτικό σύστημα που έλαβε την ονομασία του από τον Κινέζο φιλόσοφο Κοφούκιο (βλ. λ.). Το σύστημα αυτό διαδόθηκε και πέρα από τα σύνορα της Κίνας (Κορέα, Ιαπωνία) και αναπτύχθηκε, στην πορεία των αιώνων, από άλλους… …   Dictionary of Greek

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • ανθρωποφαγία — Η συνήθεια ορισμένων φυλών να τρώνε ανθρώπινο κρέας. Λέγεται επίσης και κανιβαλισμός, από το όνομα που έδωσαν σε μια φυλή ανθρωποφάγων των νησιών της Καραϊβικής οι Ισπανοί κατακτητές τον 17ο αι. Τη συνήθεια της α. σε πρωτόγονους λαούς έχουν… …   Dictionary of Greek

  • βουδισμός — Φιλοσοφικό και θρησκευτικό σύστημα που δημιουργήθηκε από τον Βούδα (βλ. λ.) τον 6o αι. π.Χ. στην Ινδία. Είναι το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα άθεης θρησκείας, μια και δεν έχει για κέντρο του τη λατρεία θεότητας, αλλά διατυπώνει διδασκαλία για τη… …   Dictionary of Greek

  • θίασος — Εταιρεία, συνήθως με θρησκευτικό χαρακτήρα, στην αρχαία Αθήνα, που είχε σκοπό τη λατρεία ενός θεού, κυρίως του Διονύσου. Τα μέλη της έπαιρναν μέρος στις θρησκευτικές τελετές με χορούς και τραγούδια. Από την εποχή, όμως, της μεταρρύθμισης του… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”